Στις ημέρες με υψηλότερες θερμοκρασίες η Βουλγαρική Ακαδημία Επιστημών παρουσίασε βιβλίο, αφιερωμένο στο πάντα καυτό θέμα των Βαλκανίων. Η συλλογή "Τα Βαλκάνια στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα" προετοιμάστηκε από ερευνητές του Ινστιτούτου Βαλκανολογίας.
Τα άρθρα του βιβλίου είναι αφιερωμένα στις σύγχρονες διαδικασίες και τάσεις σε κάθε από τις Βαλκανικές χώρες σε μία συγκριτικά ήρεμη περίοδο, που χαρακτηρίζεται με δραστηριοποίηση των διμερών πολιτικών και οικονομικών σχέσεων στην πορεία της ευρωπαϊκής ένταξης. Δύο από τους δημιουργούς της συλλογής παρουσιάζουν την δική τους ανάλυση για τους δίνοντας έμφαση σε ορισμένες από τις πιο περίπλοκες και προβληματικές έως πρόσφατα σχέσεις στην περιοχή, που αποτελούσαν και εμπόδιο για την ευρωπαϊκή ενσωμάτωση των Βαλκανίων.
"Στην ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων υπάρχει και μια αντίστροφη έμφαση", θεωρεί ο δόκτορας Μπίσερ Μπάντσεφ, εμπειρογνώμονας στον τομέα σύγχρονης ιστορίας της ΝΑ Ευρώπης. "Για τα Βαλκάνια η ένταξη αποτελεί ευκαιρία για πρόοδο στους τομείς ανταγωνιστικότητας και περιφερειακής ανάπτυξης. Ενώ οι Βρυξέλλες την αντιμετωπίζουν από την άποψη ασφάλειας – πολιτικής, χρηματοοικονομικής, ενεργειακής… Αυτές οι δύο απόψεις όμως δεν διασταυρώνονται πάντα επιτυχώς".
Σύμφωνα με τον κ. Μπάντσεφ η Ποντγκόριτσα και το Βελιγράδι π.χ. απεικονίζουν τα δύο άκρα στην ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων: "Το Μαυροβούνιο επιδιώκει επιταχυμένα να καλύψει τις πολιτικές απαιτήσεις για ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, ενώ η Σερβία δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην εσωτερική ενοποίηση και σταθεροποίηση της οικονομίας".
Ποια είναι τα εμπόδια για την ευρωπαϊκή ένταξη;
"Είναι δύο ειδών. Τα πρώτα είναι αντικειμενικά σαν καθυστέρηση στη δομή της οικονομίας. Πιο ανησυχητικά είναι τα υποκειμενικά, που είναι σε πολιτικό επίπεδο και επίπεδο δηλώσεων", σχολιάζει ο κ. Μπάντσεφ. "Το περασμένο έτος η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε ότι οι Βαλκανικές χώρες δεν μπορούν να αναμένουν ένταξη στην ΕΕ πριν το 2020. Η δήλωση αυτή προκάλεσε δυσαρέσκεια σε πολλούς, αλλά είναι μία αντικειμενική προοπτική επειδή η διαπραγματευτική διαδικασία είναι αρκετά χρονοβόρα. Η κατάσταση στην Ελλάδα δείχνει ότι τα επόμενα 5-6 χρόνια θα έχει εξάντληση των διαρθρωτικών ταμείων. Αυτή είναι και η αιτία ο ευρωσκεπτικισμός στις Βαλκανικές χώρες να αυξάνεται. Το παράδειγμα με την Ελλάδα είναι μεμονωμένο, αλλά αποτελεί απεικόνιση των σχέσεων ταυτόχρονα της αγάπης και μίσους προς την ΕΕ, που είναι χαρακτηριστικό για τις κοινωνίες μας".
Η πορεία της ενσωμάτωσης στην ΕΕ περνά μάλιστα και από τις αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ Σέρβων και Αλβανών. Ο ιστορικός και πρώην πρέσβης στην Αλβανία και το Κόσοβο, δόκτορας Μπόμπι Μπόμπεφ σχολιάζει: "Ήρθε η στιγμή στην οποία η εμφάνιση προοπτικής για ευρωπαϊκή ενσωμάτωση των Δυτικών Βαλκανίων δεν μπορούσε να μην επηρεάσει θετικά. Εάν κοιτάξουμε και από την άποψη του ευρύτερου περιφερειακού πλαισίου, αυτή είναι η πρώτη περίπτωση στην ιστορία όταν όλα τα κράτη των Βαλκανίων έχουν κοινό στόχο της εξωτερικής πολιτικής της. Αφενός έχουμε ανάπτυξη στις σχέσεις μεταξύ Αλβανίας και Σερβίας. Μόνο το τελευταίο έτος πραγματοποιήθηκε επίσκεψη του προέδρου της Σερβικής Βουλής στην Αλβανία, καθώς και οι αμοιβαίες επισκέψεις των πρωθυπουργών των δύο χωρών. Οι σχολιαστές τις αποκάλεσαν «ιστορικές». Μία θετική δραστηριοποίηση των σχέσεων μεταξύ Σερβίας και Αλβανίας, που γίνεται αισθητή και δεν μπορεί να μην επηρεάσει το κλίμα στην περιοχή. Αφετέρου υπάρχει εκβάθυνση του διαλόγου μεταξύ Βελιγραδίου και Πρίστινας και επίτευξη πραγματικών αποτελεσμάτων. Και στη Σερβία και στο Κόσοβο κατάλαβαν σαφώς ότι το μέλλον τους στην ΕΕ εξαρτάται από την βαθμιαία ρύθμιση των αμοιβαίων σχέσεών τους".
Σχετικά με την ιδέα για Μεγάλη Αλβανία, ο δόκτορας Μπόμπεφ υπενθύμισε ότι στην πρώτη κοινή συνεδρίαση των κυβερνήσεων της Αλβανίας και του Κοσόβου στο Πρίζρεν τον Ιανουάριο του 2014 οι τότε πρωθυπουργοί Έντι Ράμα και Χασίμ Θάτσι δήλωσαν υπεύθυνα, ότι η κοινή ύπαρξη των Αλβανών στο μέλλον θα υλοποιηθεί μοναδικά μέσω της συμμετοχής τους στην ΕΕ.
Μετάφραση: Σοφία Μπόντσεβα