Η Εξέγερση του Απρίλη ξεκίνησε στην Κοπρίβστιτσα στις 20 Απριλίου 1876 (με το παλιό ημερολόγιο),με το «ματωμένο γράμμα» του Κάμπλεσκοβ και τελείωσε με τον θάνατο του Μπότεβ τα ξημερώματα στις 2 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς, στην κορυφή Οκόλτσιτσα δίπλα στην Βράτσα.
Μεταξύ των επαναστατών, ήδη από την αρχή της οργάνωσης της επανάστασης γα την Απελευθέρωση της Βουλγαρίας από τον Γκεόργκι Ρακόβσκι(1821-1867) και τον Βασίλ Λέβσκι (1837-1873), υπήρχαν ξένοι πολίτες, μερικοί από τους οποίους βρίσκονταν στην Βουλγαρία γιατί εργάζονταν στην κατασκευή του σιδηρόδρομου του βαρώνου Μόριτς Χιρς, ενός Εβραίου που υπηρετούσε τον δούκα της Βαυαρίας και αργότερα έζησε στην Γαλλία, την Μεγάλη Βρετανία και την Αυστρο-Ουγγαρία.
Η Εταιρία των Ανατολικών Σιδηροδρόμων του Χιρς λειτούργησε από το 1870 μέχρι το 1937 και είχε τον φιλόδοξο στόχο να συνδέσει την Κωνσταντινούπολη με την Βιέννη. Μεγάλο μέρος των γραμμών βρίσκονταν στα εδάφη της Βουλγαρίας. Μεταξύ του 1870 και του 1874 η εταιρία έθεσε σε λειτουργία την γραμμή Θεσσαλονίκη-Σκόπια-Μήτροβιτσα (σήμερα στο Κοσυφοπέδιο) αλλά και την γραμμή Κωνσταντινούπολη-Μπέλοβο (κοντά στο Πάζαρτζικ), με διακλαδώσεις από την Αδριανούπολη ως την Αλεξανδρούπολη και από το Σιμεόνοβγκραντ (κοντά στο Χάσκοβο) ως το Γιάμπολ.
Σύμφωνα με τις σημειώσεις του επαναστάτη Ζαχάρι Στογιάνοβ, στις 27 Απριλίου 1876, ο επαναστάτης Γκεόργκι Μπενκόβσκι, που είχε συγκροτήσει μια ύλη ιππικού, επονομαζόμενη ρομαντικά «η ιπτάμενη τσέτα», μπήκε στο Μπέλοβο και κατέλαβε τον σιδηροδρομικό σταθμό. Τότε στο Μπέλοβο εργαζόντουσαν περίπου 200 ξένοι – Ιταλοί, Γερμανοί, Έλληνες κ.ά. Όταν οι ιππείς μπήκαν στην πόλη πλήθος τους υποδέχτηκε με χαιρετισμούς. Ο Μπενκόβσκι κέρδιζε τις εντυπώσεις με το παράστημά του. Οι Ευρωπαίοι παρουσιάστηκαν μπροστά του ντυμένοι επίσημα. Ο επαναστάτης μιλούσε ιταλικά και πολωνέζικα, είχε και μεταφραστές. Το επιτελείο τη τσέτας έλαβε πρόσκληση για την οικία του Κροάτη από το Ντουμπρόβνικ, Ιβάν Σούτιτς ο οποίος ήταν ήδη συνεργάτης του Μπενκόβσκι. Εκεί παραβρίσκονταν αρκετοί από τους ξένους οι οποίοι, αντιθέτως των προσδοκιών του επαναστάτη ότι θα είναι κατάσκοποι των χωρών τους και του σουλτάνου, φέρθηκαν πολύ καλά και χάρισαν στην τσέτα άλογα, όπλα, τηλεσκόπια και πυξίδες.
Ήδη για την οργάνωση της επίθεσης στο Μπέλοβο στο ιππικό του Μπενκόβσκι συμμετείχε ο Κράστιο Νικλάνοβιτς από το Μαυροβούνιο ο οποίος αγόρασε το μπαρούτι για την ανατίναξη των γραμμών και μαζί με τον Ιβάν Σούτιτς έφτιαχναν πυρομαχικά για την τσέτα. Στις γραμμές των επαναστατών τότε προσχώρησαν τα ξαδέρφια του Κράστιο, Ιβάν και Γκεόργκι Νικλάνοβιτς, ο Λούκα-Στέφο και ο Τζούρο Ραντόεβιτς από την Κροατία, ο Σάβα Νταβίντοβιτς από την πόλη Καστέλα της Δαλματίας. Ο πιο θαρραλέος από τους ξένους αποδείχτηκε ο Άλμπερτ Άλμπρεχτ από την Αυστρία, τον οποίο όμως οι επαναστάτες αποκαλούσαν Γερμανό. Ο Σούτιτς εγκατέλειψε την κοινωνική του ζωή και επίσης συμμετείχε στα δρώμενα που ακολούθησαν. Μάλιστα στο επικίνδυνο εγχείρημά του τον ακολούθησε η 19χρονη σύζυγός του Μαρία Άγγελοβα-Σούτιτς που ήταν Βουλγάρα.
Οι επαναστάτες αποκαλούσαν όλους του ξένους στην τσέτα Δαλματούς και τους αναγνώριζαν ότι ήταν πολύ πρόθυμοι να πολεμήσουν και να θυσιαστούν για την ελευθερία της Βουλγαρίας. Ήταν και καλύτερα οπλισμένοι, πολλές φορές χάρη σ’ αυτούς λύντονταν αψιμαχίες. Όταν ο σημαιοφόρος της τσέτας, Κράιτσο Σαμοχόντοβ, λιποτάκτησε την σημαία ύψωσε ο Λούκα-Στέβο Ραντόεβιτς. Κατά τις μάχες κάποιοι από αυτούς έπεσαν νεκροί. Για τον Σάβα Νταβίντοβιτς ο Ζαχάρι Στογιάνοβ γράφει: «Μιλούσε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες αλλά επέλεξε εδώ να ταΐσει τα όρνια για την ελευθερία άλλων, για την δόξα ενός άλλου λαού».
Μετά από μάχες, κυνηγημένοι, περίπου 30 επαναστάτες έφτασαν με τα άλογά τους στον ποταμό Τσέρνι Βιτ, στις 8 Μαΐου, όπου τους αποδεκάτισε το χιόνι. Εκεί ο Μπενκόβσκι διέλυσε την τσέτα και συμβούλευσε τους ξένους να παραδοθούν στο Τέτεβεν, λέγοντας ότι ήταν όμηροι των επαναστατών, σίγουρος ότι τα ευρωπαϊκά τους διαβατήρια δεν θα επέτρεπαν στους Οθωμανούς να τους κακοποιήσουν. Ο Λούκα-Στέφο έδωσε το διαβατήριό του σε έναν βούλγαρο επαναστάτη για να καταφέρει να γυρίσει στην οικογένειά του. Ο Λούκα-Στέφο Ραντόεβιτς ήταν ο μόνος ξένος που έμεινε με τον Μπενκόβσκι μέχρι τον θάνατό του. Στην τραγική ενέδρα στην τοποθεσία Κόστινα, πάνω από το Τέτεβεν, τον συνέλαβαν μαζί με το Ζαχάρι Στογιάνοβ και τον παπά Κύριλ Σλέποβ.
Οι ξένοι μαζί με τους Βουλγάρους που παραδόθηκαν φυλακίστηκαν και μαστιγώθηκαν από το Τέτεβεν μέχρι την Σόφια. Οι Μεγάλες Δυνάμεις μεσολάβησαν και οι Δαλματοί κατάφεραν να απελευθερωθούν το φθινόπωρο. Το 1878 ο Ιβάν Σούτιτς όμως απεβίωσε. Ο Λούκα-Στέφο εργάστηκε ξανά στον σιδηρόδρομο. Το 1883 ο Ζαχάρι Στογιάνοβ, ως πολιτικός πλέον, προσπάθησε να τον συναντήσει αλλά εκείνος δεν ήθελε να θυμάται αυτήν την περίοδο της ζωής του. Ο Κράστιο Νικλάνοβιτς συνέχισε να ασχολείται με επιχειρήσεις και το 1901 άφησε στην Βουλγαρία τα απομνημονεύματά του στα οποία περιγράφει την συμμετοχή του στην Εξέγερση του Απρίλη.
Επιμέλεια και Μετάφραση: Αγάπη Γιορντανόβα
Έκθεση, αφιερωμένη στην προσωπικότητα του μεγάλου βουλγάρου μπάσου της όπερας Μπορίς Χρίστοφ, μπορεί να ιδωθεί μέχρι τις 28 Αυγούστου στη Σόφια. Η έκθεση διοργανώνεται από το Τμήμα «Πολιτισμός, αρχαιολογία και πολιτιστική κληρονομιά» του Δήμου..
Το Πολεμικό Ναυτικό της Βουλγαρίας ιδρυθηκε στις 12 Αυγούστου 1879 στο Ρούσε. Το 1879 ο στόλος μοιράστηκε στα δύο – Στόλος του Δούναβη με επιτελείο στο Ρούσε και Θαλασσινός στόλος με επιτελείο στην Βάρνα. Στο Ρούσε γιόρτασαν το Σάββατο μπροστά..
Στο Μέγαρο «Μπογιάνα» ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών Ντιμίταρ Γκλάβτσεφ υποδέχθηκε τους διπλωματικούς υπαλλήλους σε δεξίωση για την Ημέρα Βουλγαρικής Διπλωματικής Υπηρεσίας – 19 η Ιουλίου, και την 145 η επέτειο από την ίδρυση..