Η Παβλίνα Γκόρτσεβα είναι από το Πέρνικ της Δυτικής Βουλγαρίας (που υπάγεται στην περιοχή του Γκράοβο) και άρχισε από νωρίς να ενδιαφέρεται για το παραδοσιακό τραγούδι. Στα 16 της συμμετείχε με επιτυχία σε έναν διαγωνισμό και άρχισε να τραγουδά στο Συγκρότημα για Παραδοσιακά Τραγούδια της ΒΕΡ και δη στη χορωδία που αργότερα έγινε γνωστή με την ονομασία «Το μυστήριο των βουλγαρικών φωνών». Εκεί η Παβλίνα ανέπτυξε το ταλέντο της και άρχισε να τραγουδά σόλο, ειδικά γραμμένα για τη φωνή της, από τους συνθέτες Κρασιμίρ Κιουρκτσίεφ και Στέφαν Μουταφτσίεφ. Στη ΒΕΡ η τραγουδίστρια ηχογράφησε ένα πλούσιο ρεπερτόριο, το οποίο φυσικά συμπεριλαμβάνει και κομμάτια με το χαρακτηριστικό στυλ του Γκράοβο. Σήμερα πολλοί νεαροί καλλιτέχνες αναζητούν τη βοήθειά της για να αφομοιώσουν την ιδιαίτερη τεχνική του.
Δεν είχα δασκάλους, λέει εκείνη. Ό, τι πρωτοάκουσα ήταν από το ραδιόφωνο. Μιλάμε για την εποχή μετά τον πόλεμο και υπήρχαν μεγάφωνα στο κέντρο της πόλης. Από αυτά ηχούσαν παραδοσιακά τραγούδια, ερμηνευμένα από τον Μπορίς Μασαλόφ, τη Μίτα Στόιτσεβα, τη Λάλκα Παβλόβα, την Ατανάσκα Τόντοροβα. Στο χωριό είχα θείες που τραγουδούσαν, αλλά στο ραδιόφωνο τα τραγούδια ακούγονταν διαφορετικά. Μου άρεσαν οι χροιές των τραγουδιστών και το συναίσθημα που έβγαζαν όταν τραγουδούσαν. Αυτό με συγκινούσε. Ήθελα να γίνω σαν κι αυτούς. Τότε δεν υπήρχαν ερασιτεχνικές ομάδες και μόνο με ό, τι είχα ακούσει από το ραδιόφωνο προετοιμάστηκα για τον διαγωνισμό στη ΒΕΡ. Εμφανίστηκα με το τραγούδι «Ο Στογιάν περπατούσε στο δάσος» και με διόρισαν αμέσως μαζί με άλλα 5 κορίτσια. Το συγκρότημα ήδη αποτελούταν από 6 ερμηνεύτριες και γίναμε 12, αλλά και κείνες ήταν σαν και μας – τραγουδούσαν ό, τι έπιανε το αυτί τους, δεν ήμασταν σαν τους σημερινούς τραγουδιστές που είναι μορφωμένοι, που ξέρουν να διαβάζουν νότες. Ο Κώστα Κόλεφ, που μας έκανε τις πρόβες, ήταν πολύ απαιτητικός. Ζητούσε πολύ συγκεκριμένα πράγματα και έμαθα πολλά μαζί του. Έτσι μάζεψα τις πρώτες μου δυνάμεις. Μετά ο Γκεόργκι Μπογιατζίεφ από τη σύνταξη «Παραδοσιακή μουσική» μου έδωσε μαγνητόφωνο και μ’ έστειλε να συλλέξω τραγούδια από τον τόπο μου. Άρχισα να γυρίζω τα χωριά, να συναντιέμαι με γιαγιάδες και θείες. Μου άρεσαν τα λόγια των τραγουδιών, αλλά η μουσική δεν ήταν πάντα ωραία. Έτσι άρχισα να συνθέτω και έκανα τις πρώτες μου ηχογραφήσεις με την ορχήστρα του Εμίλ Κόλεφ. Έπειτα δημιούργησα το τρίο «Γκράοβτσι» με τα αδέρφια Μίτεβι από το χωριό Βλαντάγια και το «Σόπικο σεξτέτο», ενώ ο Στέφαν Μουταφτσίεφ έγραψε μια χορευτική παραλλαγή του τραγουδιού μου «Όι, σόπε, σόπε» για το συγκρότημα «Θράκη». Με τη χορωδία «Κοσμικές φωνές» της Βάνια Μόνεβα (σήμερα χορωδία «Βάνια Μόνεβα») τραγουδούσα 18 χρόνια. Πρόσφατα διοργανώθηκε μια πολύ συγκινητική συναυλία στο Πέρνικ, όπου δεν είχα πάει να τραγουδήσω 30 χρόνια. Ένα κορίτσι ήρθε να μου φέρει λουλούδια στη σκηνή και τραγουδήσαμε μαζί ένα τραγούδι. Το κοινό ενθουσιάστηκε και εγώ ένιωσα ευτυχισμένη, γιατί ό, τι δημιούργησα το ξέρουν οι άνθρωποι και το τραγουδούν.
Η Μεγάλη Πέμπτη είναι μια από τις δύο μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας που βάφουμε τα αυγά για το Πάσχα. Η παράδοση λέει ότι αυτό το σημαντικό έργο πρέπει να το αναλαμβάνει η γηραιότερη γυναίκα της οικογένειας και το πρώτο αυγό να είναι πάντα βαμμένο..
Το Τσάρεβετς μετατρέπεται εκ νέου σε μέρος, όπου ξαναζωντανεύουν οι παλιές παραδόσεις. Το Σάββατο, 27 η Απριλίου, το χωριό της περιοχής της πόλης Μέζντρα, φιλοξενεί την 3 η έκδοση του Φεστιβάλ του Σαπουνιού, που παρουσιάζει ένα τυπικό ντόπιο έθιμο...
Γιορτή της σαμάρνταλα ( Nectaroscordum siculum bulgaricum – χαρακτηριστικό βουλγαρικό πολυετές φυτό και μπαχαρικό, διαδεδομένο ιδιαίτερα στην περιοχή της Στάρα Ζαγκόρα, του Γιάμπολ και του Σλίβεν, καθώς και σε όλο τον Ανατολικό Αίμο και τη Στράντζα –..