Τα σύνορα – που χωρίζουν εδάφη, καθώς και τα σύνορα, που υπάρχουν στη φαντασία μας και η πρόκληση να προχωρήσουμε πέρα από τις απαγορεύσεις, τον φόβο και τις προκαταλήψεις. Μερικές φορές με το κόστος της δικής μας ζωής, αλλά πάντα με την επιθυμία μας να γνωρίσουμε την ελευθερία.
Ένα βουλγαρικό μυθιστόρημα ενθουσιάζει την κοινότητα των αναγνωστών στη Σκοτία – λόγω του Brexit και του κίνδυνου από νέο διχασμό, οι ιστορίες από τα σύνορα της Κάπκα Κασάμποβα ηχούν ως προειδοποίηση σε έναν κόσμο, που υψώνει όλο και περισσότερους φράχτες και τοίχους. Αν κάποτε έχει γραφθεί βιβλίο για την εποχή μας, είναι το «Σύνορα», το οποίο εισέρχεται βαθύτερα στην ιστορία για το πώς τα σύνορα στον χάρτη σφίγγονται πάλι μετά το άνοιγμά τους στα τέλη του Ψυχρού Πολέμου, είναι το επιχείρημα των βραβείων Saltire να επιλέξουν το μυθιστόρημα για βιβλίο της χρονιάς.
Πριν μερικά χρόνια η συγγραφέας ξεκινά ταξίδι κατά μήκος των συνόρων μεταξύ της Βουλγαρίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας, προκειμένου να ακούσει τις ανθρώπινες ιστορίες από τις μεθοριακές περιοχές που δεν έχουν ακουστεί μέχρι τώρα. Και ενώ γυρίζει τις περιοχές της Νότιας Ροδόπης και του βουνού Στράντζα, συνειδητοποιεί πως οι ιστορίες από τις δυο πλευρές της συνοριακής γραμμής στην ομοιότητά τους, ενώνονται σε μία ενιαία ηχώ. Στις αφηγήσεις των ανθρώπων διαπλέκονται αναμνήσεις από πριν από αιώνα –τους Βαλκανικούς Πολέμους και τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταναστεύσεις - ακόμα και των Τούρκων από τη Βουλγαρία, τα ονόματα των οποίων άλλαξαν οι αρχές, τον Ψυχρό Πόλεμο. Αλλά και ακόμα ένα κρυμμένο ζήτημα για τις δολοφονίες στα σύνορα εκατοντάδων προσφύγων, που ήθελαν να φύγουν από το ολοκληρωτικό καθεστώς.
Ανακάλυψα ότι οι άνθρωποι στα σύνορα ακόμα ζουν με αυτές τις αναμνήσεις, αλλά σαν και η ίδια φύση- αυτά τα έρημα μέρη, υπέροχες άγριες περιοχές, είναι επίσης διαποτισμένες από τα οδυνηρά γεγονότα για τα ανώνυμα θαμμένα θύματα - αγοριών και κοριτσιών από όλο το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, που προσπάθησαν να διασχίσουν κρυφά τα σύνορα και σκοτώθηκαν επί τόπου - λέει η Κάπκα Κασάμποβα. Είναι ακόμα ιστορίες, που δεν αναφέρθηκαν, αλλά είναι βασικές, αν θέλουμε να κατανοήσουμε το παρελθόν και τα σύγχρονα μας χρόνια, γιατί στις αφηγήσεις από πριν από 30 χρόνια υπάρχουν πολλές απαντήσεις, ακόμα και στα ζητήματα που προκύπτουν στην τωρινή τόσο δύσκολη ιστορική στιγμή.
Για μερικούς είναι πάντα εύκολα να διασχίσουν τα σύνορα, αλλά για άλλους είναι θανατηφόρα, είναι πεπεισμένη η συγγραφέας, δίνοντας για παράδειγμα τους πρόσφυγες. Προσπαθούν όμως να τα διασχίσουν, χρησιμοποιώντας τα σημαδεμένα μονοπάτια, γνωστά από κάποτε προς την αντίθετη κατεύθυνση, όταν οι άνθρωποι έφευγαν από τη Βουλγαρία, και αυτό είναι ένα από τα παράδοξα αυτού του τόπου, προσθέτει η ίδια.
Οι νέοι φράχτες, συμπεριλαμβανομένου και μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας, είναι στην πράξη φαντάσματα των παλαιών συνόρων. Οι νέοι φράχτες, που κοστίζουν τόσο πολλά χρήματα στο κράτος και καταστρέφουν τα ανεκτίμητα δάση, εκφράζουν τον φόβο από τον άλλον. Και ο φόβος είναι μια έκφραση άγνοιας, έλλειψη γνώσης για τον ξένο. Με αυτή την έννοια, είναι μάλλον συμβολικά και μπορούν να είναι σαν καθρέφτης, στον οποίο να κοιτάμε τον εαυτό μας και τα κίνητρά μας για την ύψωση περισσότερων φραχτών. Θεωρώ λοιπόν ότι υπάρχει ειρωνεία σε αυτούς τους νέους περιορισμούς.
Μια κοινή ιστορία που λέγεται σε τρεις γλώσσες από τις διάφορες πλευρές των συνόρων, ενωμένη από το πλήγμα. Και για να αποφύγουν την επανάληψη, είναι σημαντικό οι άνθρωποι να μιλούν για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
Το χειρότερο πράγμα που μπορούμε να κάνουμε ως κοινωνία είναι να σωπαίνουμε, να μη δίνουμε «φωνή» και να μη ακούσουμε τις ανθρώπινες ζωές, που στην ουσία αποτελούν μέρος της μεγάλη ιστορίας, λέει η Κάπκα Κασάμποβα. Σε αυτή τη σαφή άρνηση να μη βγουν στο φως οι σημαντικές ιστορίες, κατά τη γνώμη μου, σαν να συμβαίνει μια δεύτερη δολοφονία, δεύτερη απαγωγή. Και όταν τα πράγματα δε λέγονται, επαναλαμβάνονται. Γι’ αυτό, εγώ πιστεύω στην αφήγηση – και μάλιστα όχι με μια φωνή, άλλα ακούγοντας και τις ιστορίες των άλλων- εκείνων που είναι σαν και μας, καθώς και εκείνων που δεν είναι - των προσφύγων, από τους οποίους φοβόμαστε τόσο πολύ. Είναι πολύ σημαντικό να ακούμε και να καταλαβαίνουμε, αλλιώς είμαστε καταδικασμένοι να πάμε πίσω.
Και ο μόνος τρόπος είναι να ξεπεράσουμε τα όρια στη συνείδησή μας – τον φόβο, τις προκαταλήψεις, την άγνοια για τον άλλον. Οι άνθρωποι είναι οι ίδιοι παντού και βιώνουν τα ίδια πράγματα, ανεξάρτητα από τις επιφανειακές διαφορές που τους χωρίζουν. Αλλά αργά ή γρήγορα κάθε φράχτης πέφτει και αυτό μου δίνει ελπίδα, καταλήγει η συγγραφέας.
Μετάφραση: Πένκα Βέλεβα
Προβολή του ντοκιμαντέρ «Γιώργος Γουναρόπουλος από τη Σωζόπολη» θα γίνει απόψε από τις 18:00 στο Βερολίνο. Ο Γιώργος Γουναρόπουλος /1889 – 1977/ είναι ένας από τους πιο αξιόλογους έλληνες ζωγράφους της εποχής του. Γεννημένος στην ακτή της Μαύρης..
Το ντοκιμαντέρ «Ο πνευματικός καθρέφτης του χριστιανικού Νεσέμπαρ» της ΒΕΤ διακρίθηκε με συνολικά 4 βραβεία σε τρία έγκριτα διεθνή φεστιβάλ κινηματογράφου στη Βραζιλία, τη Γεωργία και την Πορτογαλία. Σεναριογράφος της ταινίας είναι ο συνάδελφός μας..
Στις 2 και στις 3 Οκτωβρίου, στο Μιλάνο, λαμβάνει χώρα Φόρουμ για ανταλλαγή ιδεών και πείρας από πλευράς βούλγαρων συγγραφέων. Η πρωτοβουλία είναι των βούλγαρων συγγραφέων που ζουν στο Βερολίνο, Βενέτα Τερζίεβα και Βαλεντίν Γκριγκόροβ, οι οποίοι..