"Όλο είχα κακούς βαθμούς στο σχολείο, όλο "βάση" είχα στα μαθήματα βουλγαρικής γλώσσας και λογοτεχνίας, γιατί δεν μπορούσα ποτέ να γράψω ούτε πρόλογο, ούτε κυρίως θέμα, ούτε επίλογο. Αρχίζω όπως θέλω, κι όπως θέλω τελειώνω", είπε πριν από χρόνια ο συγγραφέας Γιορντάν Ραντίτσκοφ, για τον οποίο ο λόγος και η γλώσσα είναι τα δύο πράγματα, στα οποία οφείλουμε την επιβίωσή μας ως λαός.
Ακούστε και άλλες σκέψεις του πάνω στο θέμα, που φυλάσσονται στο Χρυσό Αρχείο της Βουλγαρικής Εθνικής Ραδιοφωνίας.
"Απ’ όλη την ανθρώπινη ιστορία απέμεινε μόνο αυτό που χτίστηκε από πέτρα και λόγο. Από ορισμένες απόψεις ο λόγος ακόμη και υπερτερεί της πέτρας. Οι ναοί που έχτισε ο λόγος, έμειναν ανέγγιχτοι, χωρίς ούτε μια ρωγμή, σε αντίθεση με τους πέτρινους ναούς. Στη χώρα μας ο λόγος εξακολουθεί να έχει μαγική δύναμη. Οι Βούλγαροι έχουν πολύ καλά καταλάβει την εξαιρετικά μεγάλη ισχύ του. Μπορούμε να πούμε ότι επιβιώσαμε κατά τους δύσκολους 13 αιώνες μας σε μεγάλο βαθμό και χάρη στον λόγο. Ο λαός μας έλεγε ότι δεν πρέπει να χτυπάς τον άνθρωπο με ξύλο, γιατί με ξύλο χτυπιούνται τα κτήνη, πρέπει να τον χτυπάς με λόγια".
Γεννημένος στο χωριό Καλιμάνιτσα, στην περιοχή της πόλης Μοντάνα στη βορειοδυτική Βουλγαρία, ο Γιορντάν Ραντίτσκοφ είναι συγγραφέας, που δεν τρέφει ιδιαίτερα μεγάλο σεβασμό για τους κανόνες στη λογοτεχνία. Είναι δημιουργός που δημιουργεί εναλλακτικά έργα. Όταν αρχίσει να μιλά για τη γενέτειρά του, πάντα συγκινείται. Το χωριό του βρισκόταν κοντά στην μικρή πόλη Μπερκόβιτσα, αλλά δεν υπάρχει από χρόνια και τώρα είναι στον βυθό ενός φράγματος, αλλά εξακολουθεί να ζει στα έργα του.
Ποτέ δεν του αρέσει ο θόρυβος γύρω από το όνομά του. Του φτάνει η αγάπη των αναγνωστών του. Μέχρι το τέλος της ζωής του δε γνωρίζει το μίσος για τους ανθρώπους. Πάντως, σε μια από τις συνεντεύξεις του, ο Ραντίτσκοφ ομολογεί ότι δεν βλέπει πώς θα κάνουμε τη χώρα μας καλύτερο τόπο, επειδή τέτοιο μπορούν να το κάνουν μόνο καλοί άνθρωποι, κι εμείς όλοι δεν είμαστε τόσο καλοί.
Σ’ αυτούς τους χρόνους, όταν τρέχουμε σαν "κόκορες χωρίς κεφάλια" και οι πέτρες κοντεύουν να γκρεμιστούν και να μας πλακώσουν, τα έργα του συγγραφέα μας κάνουν να σταματήσουμε την αυτοκαταστροφή μας και να σκεφτούμε τι συμβαίνει με τη ζωή μας. Ο άνθρωπος είναι ορθογραφικό λάθος στο πρόχειρο του Κυρίου και η πιο μεγάλη πρότασή Του. Όταν διορθώσει ένα λάθος, στη θέση του κάνει δύο νέα.
"Ίσως θα είναι καλύτερα να ζούμε με τα λάθη, με την πάροδο του χρόνου μπορούν να μετατραπούν σε προσόντα μας", συνεχίζει ο συγγραφέας. Το 2001 ο Γιορντάν Ραντίτσκοφ προτάθηκε από το Πανεπιστήμιο της Σόφιας για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ανάμεσα στους υποψηφίους για το βραβείο στην πορεία των χρονών ήταν προσωπικότητες όπως ο Ιβάν Βάζοφ, ο Πέντσο Σλαβέικοφ, η Ελισαβέτα Μπαγκριάνα, η Μπλάγκα Ντιμιτρόβα, ποτέ όμως Βούλγαρος δεν έχει κερδίσει αυτή τη μεγάλη διάκριση. Δυστυχώς, τα έργα του έμειναν ακατανόητα για την Επιτροπή των βραβείων Νόμπελ, παρά το γεγονός που μεταφράστηκαν στη σουηδική γλώσσα. Αυτό το βραβείο όμως θα ήταν πιο απαραίτητο για μας ως κοινωνία, απ’ ό, τι στον συγγραφέα, για να ενισχύσουμε την περηφάνια και τον πατριωτισμό μας.
Στο τέλος της ζωής του ο μάγος από την Καλιμάνιτσα έδειξε στον Βούλγαρο πώς να υψωθεί πάνω του και να κοιτάξει τον εαυτό του από απόσταση. Οι αναγνώστες τον αγαπούσαν, έστω και δεν τον καταλάβαιναν πάντοτε, γιατί ήθελαν να ανακαλύψουν εκ νέου την ομορφιά του κόσμου, στον οποίο ζούμε. Ίσως όμως δεν ήταν έτοιμοι για την απαραίτητη αλλαγή της συνείδησης. Ακόμη και στο ηλιοβασίλεμα της ζωής του, ο Ραντίτσκοφ κράτησε τη σπίθα στα μάτια του, στα οποία διαφαινόταν η όμορφη και καθαρή ψυχή ενός σπουργίτη (σε ένα από τα βιβλία του οι πρωταγωνιστές είναι σπουργίτια).
Ο Ραντίτσκοφ δεν είναι μόνο συγγραφέας, αλλά και αληθινός διδάσκαλος καλοσύνης, αγάπης και αλτρουισμού. Δεν μιλούσε όμως περιττά, παρά μόνο όταν τον ρωτούσαν κάτι. Σαν να συνειδητοποιούσε και να εκτιμούσε τη δύναμη και τη σημασία κάθε λέξης, που επέλεγε από τη ζωντανή κυψέλη του νου του. Στο Χρυσό Αρχείο της Βουλγαρικής Εθνικής Ραδιοφωνίας φυλάσσεται συνέντευξη με τον ποιητή Ρούμεν Λεονίντοφ με αφορμή τον θάνατο του Ραντίτσκοφ το 2004: "Απεβίωσε ο Γιορντάν Ραντίτσκοφ, τον αγαπημένο του μήνα, τον Ιανουάριο. Χάνουμε έναν ασυνήθιστο Βούλγαρο που γεννιέται μια φορά κάθε 100 χρόνια, κι εμείς είχαμε την τύχη να ζούμε στην εποχή του. Σοφία και καθαρότητα εξέπεμπαν τα μάτια του γεμάτα ανησυχία. Αγαπούσε το ασυνήθιστο στους συνηθισμένους ανθρώπους. Προτιμούσε τους παράξενους τύπους, εκείνος ο ίδιος ήταν παράξενος. Παρατηρούσε τον κόσμο μέσα από το πρίσμα της ειρωνείας, ήξερε το μυστικό του παράδοξου, τη μαγεία της παροιμίας, εκείνος ο ίδιος ήταν μια γλαφυρή αλληγορία. Δεν χρειάστηκε να θυμάται, να γράφει, όλα ήταν μέσα στη ζωντανή κυψέλη του νου του. Τώρα, πριν από τον ενταφιασμό του, δεν μπορούμε παρά να του πούμε ότι εμείς, τα σπουργίτια πενθούμε, ότι ορφάνεψαν οι ψυχές μας. Ορφάνεψαν για πάντα στην ερημιά της πόλης και του χωριού, όπου δεν έμειναν ούτε ζεστές εστίες, ούτε ψίχουλα στα περβάζια".
Ορφανέψαμε και ορφανεύουμε και τώρα, χάνοντας τους ανθρώπους που έχουν την αποστολή να μας οδηγούν μπροστά, προς την Αλήθεια και το Νόημα. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να ακούσουμε τις παρακαταθήκες τους. Εμείς όμως δεν το κάνουμε και ο Ραντίτσκοφ το ήξερε και γι’ αυτό μας έθεσε τη διάγνωση: "Θεωρώ, ότι τουλάχιστον τώρα, στην απίστευτη απομόνωση, είμαστε σαν λαλόγυροι που ζούνε στη στέπα και βγάζουν από την τρύπα τους μόνο το κεφάλι για να δουν τον ορίζοντα. Αν όμως παρατηρήσουν κάποια κίνηση, αμέσως εξαφανίζονται στη φωλιά τους. Όχι μόνο είμαστε κλειστοί, αλλά και εξακολουθούμε να ζούμε σε απίστευτη απομόνωση".
Μετάφραση: Ντενίτσα Σοκόλοβα
Όμορφη , έξυπνη, ταλαντούχα και λίγο εξωτική, η Ελισαβέτα Μπαγκριάνα έχει μια λαμπρή πορεία στο καλλιτεχνικό στερέωμα. Παρά την ευαισθησία και την ευθραυστότητά της, η ίδια αποδεικνύεται ότι είναι εξαιρετικά δυνατή στο δύσκολο αγώνα για την..
"Καιρός για πίστη, ελπίδα και αγάπη. Και έλλειψη σοφίας". Έτσι χαρακτήρισε τις αρχές της δεκαετίας του '90 στη Βουλγαρία ο Πέτκο Κοβάτσεφ, ο οποίος ήταν τότε μέλος των Ανεξάρτητων συλλόγων των φοιτητών και της περιβαλλοντικής οργάνωσης "Εκογκλάσνοστ"..
Η 10 η Νοεμβρίου 1989 είναι μια μέρα που για τους απλούς βούλγαρους ξεκίνησε σαν όλες τις προηγούμενες ημέρες. Όταν στις 6 το βράδυ, μέσω της Βουλγαρικής Εθνικής Ραδιοφωνίας η κρατική ηγεσία εκφράζει την ευγνωμοσύνη και τις ευχαριστίες σ τον..